Κάθε προξενιό για γάμο κατέληγε πάντα στον καθορισμό του τι προίκα θα πάρει η νύφη. Χωρίς προίκα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να παντρευτεί μια κοπέλα. Για το σκοπό αυτό συντασσόταν γραπτή συμφωνία, ένα είδος συμβολαίου, το προικοσύμφωνο.
Η τήρηση του από πλευράς της οικογένειας της νύφης ήταν απαράβατη υποχρέωση. Γάμοι ακυρώνονταν αν για τον οποιοδήποτε λόγο η οικογένεια της νύφης αδυνατούσε να καταβάλει μέρος έστω της προίκας ,κυρίως χρήματα ή λάδι. Μια απρόβλεπτα κακή σοδειά γινόταν σε κάποιες περιπτώσεις αιτία να χαλάσει η παντρειά. Στις δεκαετίες 1950 - 1960 μια ξέστα λάδι άξιζε μια χρυσή λίρα.
«…τα χρίματα δίδοντε εις εξουσίαν του συζύγου αυτής όστις έχι το δικέομα να διαθέσι αυτά κατά τον συμφερότερον τρόπον …» . Το σχετικό ακριβές απόσπασμα σκιαγραφεί εξαιρετικά τα κοινωνικά δεδομένα της εποχής και τη θέση της γυναίκας που παρέμεινε για δεκαετίες ίδια και στον 20ο αιώνα.
Τα θηλυκά θεωρούνταν «βάρος» για την οικογένεια. Έπρεπε να παντρευτούν σε νεαρή ηλικία. Αν περνούσαν τα χρόνια, πάνω από τα είκοσι, θεωρούνταν μεγαλοκοπέλες. Ακόμα και στη δεκαετία του 1970 έχουμε πολλούς γάμους κοριτσιών σε ηλικία δεκατεσσάρων, δεκαπέντε ετών.
Τα τελευταία προικοσύμφωνα που συντάχθηκαν στο χωριό Σιναράδες είναι μέχρι το 1980.
Μετά την αλλαγή του οικογενειακού δικαίου - Νόμος 1329/83 - και την κατάργηση του θεσμού της προίκας ο θεσμός πέρασε στην ιστορία.
Κείμενο - φωτογραφία : Φώντας Αλαμάνος
Από την διαδικτυακή μας δράση.
Μοιραστείτε μαζί μας τις προσωπικές σας εμπειρίες,
γνώσεις και αναμνήσεις σχετικά με τα αντικείμενα.
Κείμενο - φωτογραφίες: Στεφανία Μαυρωνά.